Τότε που οι παράνομοι κάναν
δικό τους νόμο
πήρε κι ο Νώντας με καημό του
στεναγμού το δρόμο
Χαράματα τον πιάσανε
πεντ΄ έξι εφτά χαφιέδες
τον βρίσανε τον σπρώξανε του
βάλαν χειροπέδες
Παλικαράκι ήτανε είκοσι
δυο και κάτι
κι απ΄ τα βασανιστήρια τον
έκαναν σακάτη
-Νώντα γιατί σε πιάσανε; ποια
ήταν η αιτία;
γιατί σε φυλακίσανε; για φόνο
ή ληστεία;
Εσύ ήσουν μάλαμα παιδί –έτσι σε ξέραμε όλοι-
και η καρδιά σου ήτανε μπαξές
και περιβόλι
Μύγα ποτέ δεν πείραζες
μυρμήγκι δεν πατούσες
όλο τον κόσμο αγάπαγες κανέναν
δεν μισούσες
Γιατί σε φυλακίσανε; γιατί
λοιπόν σε πιάσαν;
Τι είναι αυτό που έκανες και
τα πλευρά σου σπάσαν;
…Τότε που οι παράνομοι δικούς τους
νόμους φτιάξαν
εσένα οι ξιφολόγχες τους καθόλου δεν
σκιάξαν
Βγήκες στο δρόμο άφοβα και είπες με
μανία:
-Δεν θα περάσει ο φασισμός! Κάτω η
τυραννία!
Αυτό ήταν έγκλημα βαρύ και δεν
στο συγχωρήσαν
γιαυτό και σε συλλάβανε γιαυτό
και σε τσακίσαν
Μα αν το κορμί σου τσάκισαν κι
ανάπηρο σ΄ αφήσαν
τη λιονταρίσια σου ψυχή στιγμή
δεν τη λυγίσαν
Εσύ δεν τους προσκύνησες δεν
έκανες μετάνοια
τα κόκαλα σου σπάσανε. Όχι την
περηφάνια
Αχ Νώντα απροσκύνητε ας γίνεις
σύμβολό μας
για να μην σκύψουμε κι εμείς
ποτέ τον τράχηλό μας
Παράδειγμα για μίμηση ο λόγος ας
ηχήσει
να λείψουν πια οι τύραννοι κι ο
φασισμός να σβήσει!
ΥΓ: Με την ευκαιρία της σημερινής μαύρης επετείου αφιερώνω αυτούς τους στίχους στο Νώντα. Ο χαμός του τον περασμένο μήνα με έκανε να μετράω ένα φίλο και ένα σύντροφο λιγότερο.